«Επιτυχημένη» βαφτίζει η ΕΕ την πολιτική διαιώνισης των ελλείψεων στην πυροπροστασία και τα μέσα πυρόσβεσης

  • 26/7/2024 • 72 προβολές
Αποστολή μέσων πυρόσβεσης «κατόπιν εορτής», δεκάδες νεκροί, τραυματίες, ξεσπιτωμένοι, χωρίς δουλειά εργαζόμενοι, κατεστραμμένοι βιοπαλαιστές αγρότες και κτηνοτρόφοι, αυταπασχολούμενοι και πάνω από μισό εκατομμύριο εκτάρια καμένα σε όλη την ΕΕ το 2023, το 40% σε περιοχές Natura2000[1]: αυτή είναι η «επιτυχής ικανότητα του RescEu να παρέχει βοήθεια όπου υπάρχει ανάγκη», σύμφωνα με την απάντηση του αρμόδιου Επιτρόπου J. Lenarčič στην ερώτηση της Ευρωκοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ για την πυροπροστασία και τα μέσα πυρόσβεσης.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αρνείται να απαντήσει στα κρίσιμα ερωτήματα που αφορούν τις εγκληματικές ελλείψεις προσωπικού στις Πυροσβεστικές και Δασικές Υπηρεσίες, την ένδεια μέσων πυρόσβεσης, υποδομών, αντιπυρικών ζωνών και την παντελή έλλειψη μέτρων για τη διαχείριση των δασών και την πρόληψη των πυρκαγιών.

Και αυτό γιατί η Κομισιόν επικαλούμενη την «υποστηρικτική αρμοδιότητά της», επιδιώκει να αποποιηθεί των δικών της τεράστιων ευθυνών και να αποκρύψει ότι από την ίδια την ΕΕ εκπορεύεται η πολιτική που εφαρμόζεται και στην Ελλάδα από την κυβέρνηση της ΝΔ σε συνέχεια των προηγούμενων κι η οποία διαχωρίζει την πρόληψη από την κατάσβεση. Πρόκειται για την πολιτική της μεταφοράς αρμοδιοτήτων σε ιδιώτες εργολάβους και ΜΚΟ όπως και της λεγόμενης «ατομικής ευθύνης» στους κατοίκους, της ελλιπέστατης χρηματοδότησης για την πολιτική προστασία κ.ά. Όλα αυτά δηλαδή που οδηγούν στις μεγάλες καταστροφές που βιώνουν οι λαοί της Ευρώπης.

Εξ ου και η κατά τα άλλα «ευαίσθητη» ΕΕ της «πράσινης μετάβασης» δεν ενοχλείται από το γεγονός ότι οι πυρκαγιές του 2023 μεταξύ όλων των άλλων εξέπεμψαν τόσες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, που ισοδυναμούν όσο το ένα τρίτο όλων των εκπομπών από τη διεθνή αεροπορία στην ΕΕ σε ένα χρόνο.

Η επιλεκτική «αναρμοδιότητα» της Επιτροπής από τη μία, και η προκλητική απόδοση ευσήμων προς τον εαυτό της «για την ανταπόκρισή της» πάνω στα διαρκώς αυξανόμενα καμένα εδάφη, δείχνουν ότι η ΕΕ όχι απλά δεν μπορεί να εγγυηθεί την προστασία του λαού και του περιβάλλοντος, αλλά είναι, μαζί με τις εκάστοτε κυβερνήσεις, η πηγή του προβλήματος.

Όσο η γη αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα άρα μπαίνει και αυτή στο ζύγι του κόστους-οφέλους, όσο η απαραίτητη κρατική ευθύνη μεταφέρεται σε ιδιώτες και γίνεται ατομική υπόθεση, συνοδευόμενη μάλιστα και από τιμωρητικά μέτρα με κριτήριο την ενίσχυση των κερδών των ασφαλιστικών εταιρειών, όπως είδαμε πρόσφατα και στην Ελλάδα, υλοποιώντας την ευρωενωσιακή οδηγία Φερεγγυότητα 2, όσο η πολιτική προστασία προσανατολίζεται στην εμβάθυνση της συνεργασίας με το δολοφονικό οργανισμό του ΝΑΤΟ, τόσο θα μετράμε θύματα και ολόκληρο βίος ανθρώπων στη στάχτη, καμένα εκτάρια και καταστροφή περιβάλλοντος και περιουσιών. Γι’ αυτό κι οι οποίες κυβερνητικές εξαγγελίες για το πρόγραμμα «Αιγίς» και η σύγχρονη εφαρμογή απαραίτητων τεχνολογικών εφαρμογών, drone κλπ δεν θα πλαισιώνουν ένα ολοκληρωμένο σχεδιασμό γενναίας χρηματοδότησης της Δασικής Υπηρεσίας και της Πυροσβεστικής, με την πρόσληψη μόνιμου προσωπικού με πλήρη εργασιακά δικαιώματα, για την ολοκληρωμένη διαχείριση και προστασία του δασικού πλούτου, την αποκατάσταση της διάσπασης της ενιαίας διαχείρισης και προστασίας των δασών καθώς και της πρόληψης από την κατάσβεση. Αντίθετα, οι νέες τεχνολογίες και εξοπλισμοί ήδη επιστρατεύονται κι αυτές ως άλλοθι για να μην παίρνονται τέτοια μέτρα ενώ μάλιστα αυτά χρησιμοποιούνται με κύριο στόχο την καταστολή και την εξυπηρέτηση Νατοϊκών σχεδιασμών σε βάρος του λαού.

Η ένταση της πάλης του λαού, για να παρθούν όλα τα αναγκαία μέτρα, τα αιτήματα των πληγέντων για την ανακούφιση τους και τις 100% αποζημιώσεις τους, οι διεκδικήσεις των εργαζομένων στον κλάδο των πυροσβεστών και των υπαλλήλων των δασικών υπηρεσιών αποτελούν σήμερα πυξίδα κόντρα στην εγκληματική πολιτική κυβέρνησης, ΕΕ, κεφαλαίου.

Ακολουθούν τα κείμενα της ερώτησης της Ευρωκοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ και της απάντησης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής:

«Ερώτηση με αίτημα γραπτής απάντησης E-001295/2024 προς την Επιτροπή

Κώστας Παπαδάκης, Λευτέρης Νικολάου-Αλαβάνος

Με τεράστια προβλήματα και ελλείψεις παραμένει η πολιτική προστασία για την αντιμετώπιση πυρκαγιών, πλημμύρας, σεισμών και μεγάλων βιομηχανικών ή τεχνολογικών ατυχημάτων προκειμένου να προστατευθεί η ζωή και η υγεία του πληθυσμού. Για παράδειγμα, εκατοντάδες πυρκαγιές ξέσπασαν στην Ελλάδα φέτος κιόλας από τις αρχές Απρίλη, ανάμεσά τους και η πολυήμερη στην Πιερία που κατέκαψε πάνω από 6.000 στρέμματα. Αυτές έχουν οδηγήσει τόσο σε τραυματισμούς κατοίκων αλλά και πυροσβεστών, καταστροφές σε δασικές εκτάσεις, ζημιές σε σπίτια και υποδομές κυρίως στην Ιεράπετρα, υπενθυμίζοντας ότι κάθε χρόνο δάση και περιουσίες γίνονται στάχτη. Πέρσι οι συνολικές καμένες εκτάσεις στη χώρα ξεπέρασαν τα 1.740.000 στρέμματα. Φέτος, όπως και κάθε άλλη χρονιά, όλα δείχνουν στην πράξη ότι είναι ανέξοδες οι κυβερνητικές δηλώσεις «περί ετοιμότητας του κρατικού μηχανισμού».

Δεν θα μπορούσε όμως να γίνει αλλιώς, αφού η φετινή αντιπυρική περίοδος βρίσκει τη χώρα μας εκεί ακριβώς που την άφησε η προηγούμενη, δηλαδή με: Έλλειψη 4.000 πυροσβεστών, μετακινήσεις προσωπικού-μπαλώματα πάνω στις ελλείψεις, αποδεκατισμένη Δασική Υπηρεσία, 500 δασολόγους ενώ χρειάζονται άλλοι 1.500, με κανέναν δασεργάτη. Οι εξαγγελίες της ελληνικής κυβέρνησης για κάποιες εκατοντάδες προσλήψεις πυροσβεστών, αλλά και για «Canadair» που θα έρχονται με το σταγονόμετρο έως το 2030, συνιστούν σταγόνα στον ωκεανό των ανελαστικών αναγκών που έχει η χώρα μας στη δασοπροστασία και δασοπυρόσβεση.

Αυτός ο προσανατολισμός χαρακτηρίζει όχι μόνο την Ελλάδα αλλά και συνολικά την ΕΕ. Ενδεικτικά, από το 2021 στο 2022 μειώθηκαν οι επαγγελματίες πυροσβέστες στην ΕΕ κατά 2.800 άτομα, ενώ κατά το ίδιος έτος η Γαλλία μείωσε τους πυροσβέστες της κατά 5.446, η Ρουμανία 4.250 και η Πορτογαλία κατά 2.907, παρότι μάλιστα αντιμετώπισαν πέρσι τεράστιες πυρκαγιές στις χώρες τους.

Ακριβώς αυτές οι ελλείψεις είναι ενταγμένες στον συνολικό προσανατολισμό ΕΕ και ελληνικών κυβερνήσεων διαχρονικά και της σημερινής της ΝΔ. Παρά τις κυβερνητικές εξαγγελίες για το πρόγραμμα «ΑΙΓΙΣ», αυτό στην ουσία προσανατολίζεται μόνο στην επιχειρησιακή καταστολή και δεν λαμβάνει ουσιαστικά μέτρα για τη διαχείριση των δασών και την ολοκληρωμένη πρόληψη των πυρκαγιών.

Συνεχίζεται δε στην Ελλάδα η πολιτική της διάσπασης της ενιαίας διαχείρισης των δασών και ο αντιεπιστημονικός - καταστροφικός διαχωρισμός της πρόληψης από την κατάσβεση των δασικών πυρκαγιών, που έχει ως αποτέλεσμα να πέφτει το βάρος σχεδόν αποκλειστικά στην κατάσβεση.

Παράλληλα αποκαλύπτεται ότι η πολιτική προστασία ως μηχανισμός είναι ενταγμένος στις συμφωνίες ΝΑΤΟ, ΕΕ, των ιμπεριαλιστικών αυτών ενώσεων και των κατασταλτικών μηχανισμών τους, στις οποίες συμμετέχει η Ελλάδα.

Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής, η κυβέρνηση της ΝΔ εντάσσει ολοκληρωτικά την πολιτική προστασία με τον παραπλανητικό όρο-κλειδί «ανθεκτικότητα».

Σε αυτή την κοινή στρατηγική κατεύθυνση ΕΕ και ΝΑΤΟ και οι υπηρεσίες πολιτικής προστασίας στρατιωτικοποιούνται, προσανατολίζονται στην αντιμετώπιση του εχθρού-λαού με στόχο την καταστολή.

Αυτή ακριβώς είναι η κατεύθυνση της ΕΕ, η οποία, βλέποντας τη γη και τα δάση ως εμπόρευμα και θυσιάζοντας στο ζύγι του κόστους-οφέλους τις ανάγκες των λαών, απλώς διαιωνίζει τις ελλείψεις σε προσωπικό και μέσα διάσωσης, μεταφέροντας τις ευθύνες από το κράτος στις πλάτες του λαού:

Τα μόλις 24 αεροσκάφη του λεγόμενου Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας (RESC-EU) δεν αντιστοιχούν ούτε καν σε ένα αεροπλάνο ανά χώρα της ΕΕ.

Τα δε 12 νέα αεροπλάνα που αναμένεται να προστεθούν στον στόλο της ΕΕ θα ξεκινήσουν να παραδίδονται από το 2027 με άγνωστο ορίζοντα ολοκλήρωσης της παράδοσης, τη στιγμή που κάθε χρόνο οι καταστροφικές πυρκαγιές σε όλη την ΕΕ πολλαπλασιάζονται.

Προβάλλει επιτακτική η ανάγκη να υπάρξει γενναία χρηματοδότηση της Δασικής Υπηρεσίας και της Πυροσβεστικής, με την πρόσληψη μόνιμου προσωπικού με πλήρη εργασιακά δικαιώματα, για την ολοκληρωμένη διαχείριση και προστασία του δασικού πλούτου, η αποκατάσταση της διάσπασης της ενιαίας διαχείρισης και προστασίας των δασών καθώς και της πρόληψης από την κατάσβεση.

«Ερωτάται η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πώς τοποθετείται στο γεγονός ότι:

- Ο RESC-EU νομιμοποιεί και διαιωνίζει τις ελλείψεις σε προσωπικό και μέσα σε κάθε κράτος-μέλος. Ο δε ανεπαρκέστατος στόλος του ανακυκλώνεται από χώρα σε χώρα και ενεργοποιείται τις περισσότερες φορές "κατόπιν εορτής" ή όταν έχει πάρει η πυρκαγιά πλέον μεγάλες διαστάσεις;

- Η πολιτική ΕΕ και ελληνικής κυβέρνησης σημαίνει μετάθεση όλο και περισσότερης ευθύνης στους εθελοντές πυροσβέστες και σε ΜΚΟ, που στην πράξη μεταφράζεται σε "ατομική ευθύνη" αντί της εξασφάλισης μόνιμου προσωπικού με πλήρη δικαιώματα σε κάθε κράτος, με πλήρη εργασιακά δικαιώματα και κατοχύρωση αμοιβής για τις ώρες υπερεργασίας τους;

- Η ΕΕ επιμένει να μην αποζημιώνει κανέναν πληγέντα από φυσικές καταστροφές γιατί βάσει των όρων του λεγόμενου Ταμείου Αλληλεγγύης δεν θεωρείται επιλέξιμη η ιδιωτική ζημία, όμως οι "πράσινες" επενδύσεις για τους επιχειρηματικούς ομίλους, μεταξύ άλλων και στα καμένα εδάφη ή σε περιοχές NATURA, είναι απόλυτα "επιλέξιμες", χρηματοδοτούνται αδρά και αδειοδοτούνται με fast-track διαδικασίες».

Απάντηση του κ. Lenarčič εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Όσον αφορά την οργάνωση και τη λειτουργία των υπηρεσιών πυρόσβεσης, η Επιτροπή παραπέμπει στην απάντηση στη γραπτή ερώτηση 000020/2024 της 28ης Φεβρουαρίου 2024[1].

Η ικανότητα rescEU[2] της Επιτροπής λειτουργεί ως ένα επιπλέον επίπεδο προστασίας των πολιτών στην Ευρώπη. Το επιπλέον αυτό επίπεδο αποσκοπεί στην ενίσχυση των ικανοτήτων για την αντιμετώπιση καταστροφών όπως οι δασικές πυρκαγιές, οι καταστάσεις έκτακτης ιατρικής ανάγκης και τα χημικά, βιολογικά, ραδιολογικά και πυρηνικά ατυχήματα, καθώς και στην παροχή καταφυγίων, υπηρεσιών μεταφοράς έκτακτης ανάγκης και ενεργειακού εφοδιασμού. Η ικανότητα rescEU έχει αποδειχθεί επιτυχής όσον αφορά την παροχή ζωτικής σημασίας βοήθειας σε χώρες που την έχουν ανάγκη.

Τα μέσα πυρόσβεσης στο πλαίσιο του rescEU είναι προεγκατεστημένα σε χώρες που είναι επιρρεπείς σε πυρκαγιές κατά τους θερινούς μήνες, ώστε να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα της αντίδρασης. Ο χρόνος ανάπτυξής του εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, μεταξύ άλλων από το αν η πληγείσα χώρα έχει ζητήσει βοήθεια μέσω του μηχανισμού πολιτικής προστασίας της Ένωσης[3].

Η ΕΕ έχει μόνο υποστηρικτική αρμοδιότητα στον τομέα της πολιτικής προστασίας. Η αποκλειστική αρμοδιότητα για την πολιτική προστασία, συμπεριλαμβανομένης της οργάνωσης, της λειτουργίας και των συνθηκών απασχόλησης των υπηρεσιών πυρόσβεσης, ανήκει στα επιμέρους κράτη μέλη.

Το Ταμείο Αλληλεγγύης της ΕΕ (ΤΑΕΕ) μπορεί να ενεργοποιηθεί κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους εντός 12 εβδομάδων από την επέλευση της πρώτης ζημίας, εφόσον αποδεικνύεται ότι η συνολική άμεση ζημία υπερβαίνει τα κατώτατα όρια που καθορίζονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2012/2002[4]. Το ΤΑΕΕ μπορεί να καλύψει μέρος του κόστους των ενεργειών έκτακτης ανάγκης και ανάκαμψης που βαρύνουν τις δημόσιες αρχές, όπως, για παράδειγμα, η αποκατάσταση βασικών υποδομών, η παροχή προσωρινής στέγασης στον πληθυσμό, δραστηριότητες καθαρισμού και η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ