Image

Συνάντηση του Α΄ Αντιπροέδρου της Βουλής των Ελλήνων με αντιπροσωπεία της Κοινοβουλευτικής Ομάδας Φιλίας Ουγγαρίας–Ελλάδας

Η ενίσχυση της συνεργασίας Ελλάδας–Ουγγαρίας, χώρες μέλη της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, και η περαιτέρω ανάπτυξη των διμερών σχέσεων στους τομείς του εμπορίου, των επενδύσεων, της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης, της εκπαίδευσης, του πολιτισμού και του τουρισμού βρέθηκαν στο επίκεντρο της συνάντησης που έλαβε χώρα στη Βουλή των Ελλήνων μεταξύ του Α’ Αντιπροέδρου κ. Ιωάννη Πλακιωτάκη και αντιπροσωπείας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας Φιλίας Ουγγαρίας-Ελλάδας. Η αντιπροσωπεία αποτελούνταν από τον Δρ. István Hiller (Πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας Φιλίας Ουγγαρίας–Ελλάδας) και τους Βουλευτές κ.κ. Róbert Balázs Simon (Αντιπρόεδρο της ΚΟΦ) και Λαοκράτη Κοράνη (Επίτιμο Αντιπρόεδρο της ΚΟΦ και εκπρόσωπο της ελληνικής εθνότητας στην Ουγγρική Εθνοσυνέλευση), ενώ συνοδεύονταν από τον Πρέσβη της Ουγγαρίας στην Ελλάδα, κ. Erik Haupt.

Καλωσορίζοντας την αντιπροσωπεία από το Ουγγρικό Κοινοβούλιο, ο κ. Πλακιωτάκης εστίασε ιδιαίτερα στις προκλήσεις της παρούσας συγκυρίας που αντιμετωπίζουν συνολικά η ΕΕ αλλά και ειδικότερα οι δύο χώρες, Ελλάδα και Ουγγαρία, εξαιτίας αφενός της απρόκλητης εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και αφετέρου της κρίσης στη Γάζα, με τελευταία εξέλιξη την κλιμάκωση της κρίσης μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, η οποία θέτει σε μεγάλο κίνδυνο την περιφερειακή και διεθνή ασφάλεια.

Αναλύοντας ιδιαίτερα το ζήτημα της κρίσης στην Γάζα, υπογράμμισε τη θέση της χώρας μας, που είναι η καταδίκη των τρομοκρατικών επιθέσεων της Χαμάς και η αναγνώριση του δικαιώματος του Ισραήλ στην αυτοάμυνα σύμφωνα με το Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο, η έκκληση για άμεση και χωρίς όρους απελευθέρωση των ομήρων, η προστασία των αμάχων, καθώς και η αντιμετώπιση των δραματικών συνεπειών της ανθρωπιστικής κρίσης με τη διενέργεια άμεσης ανθρωπιστικής εκεχειρίας για αύξηση και ασφαλή διανομή της παρεχόμενης βοήθειας μέσω των κατάλληλων χερσαίων αλλά και θαλάσσιων διαδρόμων.

Επισημαίνοντας ότι οι παραπάνω εξελίξεις και στα δύο εμπόλεμα μέτωπα επιφέρουν αρνητικά αποτελέσματα, μεταξύ των οποίων και η δημιουργία ενός νέου μεταναστευτικού κύματος μεγάλης έντασης, υπενθύμισε ότι η χώρα μας βρίσκεται εδώ και μια δεκαετία σχεδόν σε κατάσταση συνεχούς επαγρύπνησης και ετοιμότητας ως προς το μεταναστευτικό, χωρίς να παραβλέπονται ειδικότερα κάποιες περίοδοι σημαντικής έντασης, όπως, για παράδειγμα, εκείνης του 2020 με την εκ μέρους της Τουρκίας εργαλειοποίηση των μεταναστευτικών ροών έναντι της χώρας μας και, κατ΄ επέκταση, της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αναφέρθηκε, επίσης, σε κοινά σημεία προσέγγισης των δύο χωρών στην αντιμετώπιση του ζητήματος της μετανάστευσης, τα οποία επικεντρώνονται στην προστασία των εξωτερικών συνόρων, στην καταπολέμηση των δικτύων των παράνομων διακινητών και στη βοήθεια σε τρίτες χώρες, ήτοι στις χώρες προέλευσης και διέλευσης των μεταναστών. Στο πλαίσιο αυτό, η εφαρμογή της Κοινής Δήλωσης ΕΕ–Τουρκίας του 2016 για την αποτροπή της εξόδου των μεταναστευτικών ροών από το έδαφός της, όπως σημείωσε, κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική, ενώ οι δράσεις της Τουρκίας το τελευταίο διάστημα κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση.

Επιπλέον, ανέδειξε τους τομείς στους οποίες δύναται να υπάρξει περαιτέρω βελτίωση στις διμερείς εμπορικές σχέσεις των δύο χωρών, όπως στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, των επενδύσεων, καθώς και στον τουριστικό τομέα, στον οποίο μάλιστα διαπιστώνεται με ιδιαίτερη ικανοποίηση ότι η Ελλάδα αποτελεί για τους Ούγγρους τουρίστες τον δεύτερο σε προτίμηση προορισμό μετά την Κροατία. Χαρακτήρισε δε τη συμμετοχή των δύο χωρών στην «Πρωτοβουλία των Τριών Θαλασσών» ως ιδιαίτερα σημαντική για την προώθηση έργων διασυνδεσιμότητας στην ενέργεια, τις μεταφορές και την ψηφιακή επικοινωνία.

Τέλος, εξέφρασε την ελπίδα η ανάληψη της Προεδρίας του Συμβουλίου της ΕΕ από την Ουγγαρία το ερχόμενο εξάμηνο του 2024, έτος αλλαγών για την ΕΕ με νέο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, νέο Κολλέγιο Επιτρόπων και νέο Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, να συνοδευτεί από πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση όλων των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η ΕΕ, με έμφαση στη διαδικασία της διεύρυνσης και τις θεσμικές αλλαγές που απαιτείται να επέλθουν στον γενικότερο τρόπο λειτουργίας της Ένωσης.

Ολοκληρώνοντας την παρέμβασή του, ανέδειξε τον ρόλο της κοινοβουλευτικής διπλωματίας, σε πολυμερές και διμερές επίπεδο, χαρακτηρίζοντάς τον ως οδό προκαταρκτικής συνεννόησης και προετοιμασίας για μετέπειτα συνεννόηση σε κυβερνητικό επίπεδο, ρόλος που θα πρέπει να ενθαρρυνθεί και να ενισχυθεί με τη συμβολή τόσο των Κοινοβουλευτικών Ομάδων Φιλίας όσο και της Διάσκεψης των Επιτροπών Ευρωπαϊκών Υποθέσεων των Κοινοβουλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (COSAC).

Συμφωνώντας απόλυτα με την αναφορά στον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν οι κοινοβουλευτικές ομάδες φιλίας στην ενδυνάμωση των σχέσεων μεταξύ των χωρών και των λαών, ο Δρ. István Hiller εξέφρασε την ικανοποίησή του για την ταύτιση των απόψεων σε σημαντικά ζητήματα και προκλήσεις, τονίζοντας τη σύμπνοια όλης της ουγγρικής αντιπροσωπείας, το ενδιαφέρον και την αφοσίωση στην εμβάθυνση των ιστορικά φιλικών σχέσεων με τη χώρα μας. Αναφερόμενος ιδιαίτερα στον πόλεμο στην Ουκρανία και το ελληνικό στοιχείο της χώρας που δοκιμάζεται από τα δεινά του πολέμου, σημείωσε ότι είναι προς το συμφέρον όλων, αλλά και της χώρας του λόγω γεωγραφικής εγγύτητας με την Ουκρανία, να συναφθεί ειρήνη.

Τέλος, εξήρε τις πολιτιστικές πρωτοβουλίες των διπλωματικών αρχών εκατέρωθεν που συμβάλλουν καθοριστικά στην προσπάθεια ενδυνάμωσης των διμερών σχέσεων.